.

Διαχείριση κυβερνοεγκλημάτων & διεθνή πρότυπα


Οφείλει να υπάρξει συννενόηση για την αντιμετώπιση του ηλεκτρονικού εγκλήματος

Η δυνατότητα χρησιμοποίησης του διαδικτύου για πρόκληση καταστροφής είναι πλέον καθορισμένη. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις ΗΠΑ και Ισραήλ κρύβονταν πίσω από τις πρόσφατες επιθέσεις που οδήγησαν στην καταστροφή των αντιδραστήρων ενός Ιρανικού πυρηνικού εργοστασίου. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι μια αντίστοιχη επίθεση της Ιρανικής κυβέρνησης οδήγησε στην καταστροφή χιλιάδων ηλεκτρονικών υπολογιστών στη Σαουδική Αραβία.

Η Ρωσία κατηγορείται ότι είναι υπεύθυνη για κυβερνοεπιθέσεις στην Εσθονία και τη Γεωργία. Και μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο, ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα απέδωσε τις επιθέσεις εναντίον των αρχείων της κινηματογραφικής εταιρίας Sony Picturesστην κυβέρνηση της Βορείου Κορέας.

Μέχρι πρόσφατα, την ευθύνη για την ασφάλεια του κυβερνοχώρου είχε κατά κύριο λόγο μια μικρή κοινότητα εμπειρογνωμόνων στους υπολογιστές. Όταν κατασκευάστηκε το Internet στη δεκαετία του 1970, τα μέλη του μπορούσαν να γεμίσουν ένα εικονικό χωριό. Γνώριζαν ο ένας τον άλλο και συνεργάστηκαν για να σχεδιάσουν ένα ανοιχτό σύστημα, που δεν εστίαζε ιδιαίτερα σε θέματα ασφάλειας.

Αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 αναδείχθηκε το Διεθνές Δίκτυο, που ξεκίνησε με μερικά εκατομμύρια χρηστών, για να εξελιχθεί σήμερα σε πολυεργαλείο τριών δισεκατομμυρίων χρηστών. Μέσα σε λιγότερο από μία γενιά, το διαδίκτυο μετατράπηκε στο υπόστρωμα της παγκόσμιας οικονομίας και της διεθνούς διακυβέρνησης. Αρκετάδισεκατομμύρια χρηστών θα προστεθούν μέσα στην επόμενη δεκαετία, ταυτόχρονα με δεκάδες δισεκατομμύρια συσκευών – από θερμοστάτες, μέχρι συστήματα βιομηχανικού ελέγχου.

Όλη αυτή η έκρηξη της αλληλεξάρτησης συνεπάγεται ευπάθειες τις οποίες τόσο κυβερνητικοί, όσο και μη κυβερνητικοί παίκτες, μπορούν να εκμεταλλευθούν. Ταυτόχρονα, μόλις αρχίζουμε να εξοικειωνόμαστε με τις συνέπειες αυτού του φαινομένου σε θέματα εθνικής ασφάλειας. Οι στρατηγικές μελέτες του κυβερνοχώρου θυμίζουν πολύ τις πυρηνικές στρατηγικές της δεκαετίας του 1950. Οι αναλυτές ακόμα δεν έχουν ξεκαθαρίσει την ουσία εννοιών όπως επίθεση, άμυνα, κλιμάκωση, πρότυπα και έλεγχος εξοπλισμών.

Ο όρος «κυβερνοπόλεμος» χρησιμοποιείται χαλαρά για ένα ευρύ φάσμα συμπεριφοράς, από απλές έρευνες, αλλοίωση ιστοτόπων, άρνηση υπηρεσιών, μέχρι κατασκοπία και καταστροφές. Στον ορισμό του αντανακλώνται οι εγκυκλοπαιδικοί ορισμοί της λέξης «πόλεμος», που περιλαμβάνουν κάθε οργανωμένη απόπειρα να «σταματήσει ή να ηττηθεί κάτι που θεωρείται επικίνδυνο, ή κακό» (πχ. «πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών»).

Ένας πιο χρήσιμος ορισμός τουκυβερνοπολέμου είναι κάθε εχθρική κίνηση στο κυβερνοδιάστημα που ενισχύει ή είναι εφάμιλλη ακραίας σωματικής βίας. Ο καθορισμός του κατά πόσο μια κίνηση πληροί αυτά τα κριτήρια συνιστά μια απόφαση που μόνο οι πολιτικοί ηγέτες μιας χώρας είναι σε θέση να λάβουν.

Υπάρχουν τέσσερις μεγάλες κατηγορίες ηλεκτρονικών απειλών στην εθνική ασφάλεια, κάθε μία με διαφορετικό χρονικό ορίζοντα και –καταρχήν- διαφορετικές λύσεις: Κυβερνοπόλεμος και οικονομική κατασκοπεία, που συνήθως συνδέονται με κράτη και ηλεκτρονικό έγκλημα καικυβερνοτρομοκρατεία, που συνήθως συνδέονται με μη κρατικούς παίκτες.

Τα υψηλότερα κόστη αφορούν την κατασκοπεία και το έγκλημα, αλλά οι άλλες δύο κατηγορίες μπορεί να εξελιχθούν σε μεγαλύτερες απειλές από ότι είναι σήμερα, μέσα στην επόμενη δεκαετία. Επιπλέον, καθώς οι συμμαχίες και οι τακτικές εξελίσσονται, όλες οι κατηγορίες μπορεί όλο και περισσότερο να επικαλύπτονται.

Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις περιόριζαν τη συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης, αλλά η επίγνωση των καταστροφικών συνεπειών της πυρηνικής αντιπαράθεσης και από τις δύο πλευρές τις οδήγησε στο να αναπτύξουν έναν ακατέργαστο κώδικα επικοινωνίας για να αποφευχθεί η στρατιωτική αντιπαράθεση. Αυτοί οι βασικοί κανόνες πρόνοιας περιελάμβαναν την αποφυγή απευθείας αντιπαράθεσης και πρώτης χρήσης πυρηνικών, καθώς και επικοινωνία διαχείρισης κρίσεων, όπως ηαπευθείας τηλεφωνική γραμμή Μόσχας – Ουάσινγκτον.

Αντιστοίχως, οι πιο υποσχόμενοι τομείς για μια πρώτη διεθνή συνεργασία με αντικείμενο την ασφάλεια του κυβερνοχώρου, αφορούν προβλήματα που δημιουργούνται από τρίτους παίκτες, όπως εγκληματίες και τρομοκράτες. Η Ρωσία και η Κίνα επιδιώκουν μια συμφωνία που θα διευρύνει τον έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών πάνω στο διαδίκτυο. Παρότι το όραμά τους περί «ασφάλειας της πληροφορίας» θα μπορούσε να νομιμοποιήσει τηλογοκρισία αυταρχικών κυβερνήσεων και ως τέτοιο λογικά θεωρείται απαράδεκτο από τις δημοκρατικές κυβερνήσεις, είναι πιθανό να οδηγήσει στην αναγνώριση και τη στοχοποίηση συμπεριφορών που είναι παγκοσμίως παράνομες. Περιορίζοντας όλες τις εισβολές είναι κάτι αδύνατο, αλλά θα μπορούσε κανείς να ξεκινήσει από τα ηλεκτρονικά εγκλήματα και την ηλεκτρονική τρομοκρατία. Τα μεγάλα κράτη ενδιαφέρονται να περιορίσουν τη ζημιά συμφωνώντας σε συνεργασία στους τομείς της εγκληματολογίας και του ελέγχου.

Φυσικά οι ιστορικές αναλογίες δεν είναι τέλειες. Προφανώς η ηλεκτρονική τεχνολογία είναι πολύ διαφορετική από την πυρηνική, κυρίως γιατί μη κυβερνητικοί παίκτες είναι σε θέση να την εκμεταλλευθούν πολύ πιο εύκολα.

Παρόλα αυτά, κάποιοι θεσμοί, επίσημοι και ανεπίσημοι, ήδη έχουν θέσει κανόνες για τις βασικές λειτουργίες του διαδικτύου. Οι ΗΠΑ σοφά σχεδιάζουν να ενισχύσουν τη μη κυβερνητική οργάνωσηΔιαδικτυακή Εταιρία Εκχωρημένων Ονομάτων και Αριθμών (ICANN), προσφέροντάς της την επίβλεψη της «ατζέντας» του διαδικτύου. Υπάρχει ακόμα η Συνθήκη για το Ηλεκτρονικό Έγκλημα του Συμβουλίου της Ευρώπης από το 2001, σύμφωνα με την οποία η Ιντερπόλ και η Γιούροπολ διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αστυνομικών δυνάμεων. Επίσης μια ομάδα κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ έχει αναλάβει να αναλύσει την εφαρμογή της διεθνούς νομοθεσίας στην ηλεκτρονική ασφάλεια.

Είναι πιθανό ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να ολοκληρωθούν αμφισβητήσιμα θέματα όπως οι ηλεκτρονικές εισβολές για κατασκοπεία και προετοιμασία του πεδίου μάχης. Παρόλα αυτά, η ανικανότητα οραματισμού μιας συνολικής συμφωνίας ελέγχου των ηλεκτρονικών εξοπλισμών δεν χρειάζεται να εμποδίσει την πρόοδο σε κάποιους τομείς σήμερα. Τα διεθνή πρότυπα έχουν την τάση να αναπτύσσονται αργά. Ας μην ξεχνάμε ότι χρειάστηκαν δύο δεκαετίες για να ολοκληρωθεί η διαδικασία ελέγχου των πυρηνικών. 

Τζόζεφ Σ. Νάι 
*Ο Τζόζεφ Σ. Νάι είναι πρώην υφυπουργός Άμυνας των ΗΠΑ και πρόεδρος του αμερικανικού Συμβουλίου Εθνικών Πληροφοριών. Είναι καθηγητής στο Χάρβαρντ και συγγραφέας βιβλίων όπως το «Ήρθε το τέλος του αμερικανικού αιώνα;»

Πηγή: Project Syndicate
[blogger]

Author Name

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.