Την έντονη δραστηριότητα ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών διαπιστώνουν 5 γερμανικά ερευνητικά ινστιτούτα, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου. Επισημαίνουν την ανάγκη για νέες συζητήσεις στο κοινοβούλιο.
Κάθε χρόνο πέντε γερμανικά ινστιτούτα ερευνών για την ειρήνη και την αποφυγή της βίας παρουσιάζουν στην ετήσια έκθεσή τους μια αξιολόγηση για την πολιτική ασφαλείας που ασκεί η χώρα. Σε αυτές συγκαταλέγονται θέματα όπως ο πόλεμος με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική καθώς και οι αλλαγές στον αραβικό κόσμο. Εκτός αυτών όμως, οι ερευνητές θίγουν και θέματα που παρά τη σημαντικότητά τους λείπουν από την ειδησεογραφική ατζέντα. Ένα τέτοιο θέμα για το 2015 είναι μεταξύ άλλων και αυτό των ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών.
Μετά το σκάνδαλο σχετικά με την αμερικανική εταιρεία Μπλακγουότερ, στρατιώτες της οποίας άνοιξαν πυρ αδιακρίτως το 2007 σκοτώνοντας και αμάχους στο Ιράκ, η συζήτηση γύρω από τις ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες έχει σιγήσει. Από τότε οι στρατιωτικές εταιρείες έχουν γίνει πιο προσεκτικές. Ωστόσο είναι πιο δραστήριες από ποτέ. Ο πολιτικός επιστήμονας Φλόριαν Φλερσχάιμερ διαπιστώνει την επέκταση των δραστηριοτήτων των εν λόγω εταιρειών. «Βασικές παροχές υπηρεσιών αυτών των εταιρειών αποτελούν η προστασία προσώπων και αντικειμένων, πρωτίστως φυσικά σε περιοχές πολιτικών εντάσεων, η άντληση πληροφοριών μέσω ανακρίσεων και κατασκοπείας, αλλά και μέσω εναέρια δραστηριότητας όταν υπάρχει ο ανάλογος εξοπλισμός. Προ πάντων όμως, και αυτό είναι πολύ σημαντικό, προσφέρουν εκπαίδευση ιδιωτικού και κρατικού προσωπικού», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Φλερσχάιμερ.
Ανυπολόγιστα τα έξοδα
«Μέχρι και τη δεκαετία του '90 υπήρχε συναίνεση ότι το κράτος διέθετε ορισμένες κυρίαρχες λειτουργίες, τις οποίες έπρεπε να επιτελέσει»
Στόχος των κυβερνήσεων είτε πρόκειται για τον αμερικανικό, είτε για τον γερμανικό στρατό είναι η μείωση εξόδων μέσω της ανάθεσης υπηρεσιών σε εξωτερικούς συνεργάτες. Όμως το σχέδιο αυτό δεν πέτυχε, σύμφωνα με την Έλκε Κράμαν, συντάκτρια της έκθεσης για την ειρήνη: «Κάτι τέτοιο δεν αποδεικνύεται. Ιδιαίτερα σε διεθνείς επεμβάσεις οι εταιρείες εκμεταλλεύτηκαν την έλλειψη ελέγχου για να αυξήσουν τα έξοδα. Πολλές φορές χρεώνονταν περισσότερες υπηρεσίες από αυτές που πραγματικά παρήχθησαν. Εάν τα υπολογίσει κανείς δεν θα έλεγα ότι αποδίδει οικονομικά στην περίπτωση της διεθνούς επέμβασης».
Μέχρι και τη δεκαετία του '90 υπήρχε συναίνεση ότι το κράτος διέθετε ορισμένες κυρίαρχες λειτουργίες, τις οποίες έπρεπε να επιτελέσει, συμπληρώνει η Κράμαν. Αυτό ίσχυε προ πάντων για τη στρατιωτική βία και ειδικά σε επεμβάσεις εξωτερικού. «Σήμερα επιχείρημα λέει ότι ναι μεν το κράτος φέρει την ευθύνη για τέτοιες επεμβάσεις αλλά δεν είναι υποχρεωμένο να τις εκτελεί», αναφέρει χαρακτηριστικά η γερμανίδα καθηγήτρια.
Πάντως το 2013 στη συμφωνία για τη δημιουργία κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία είχε καταγραφεί ότι «στρατιωτικά καθήκοντα δεν πρέπει να αναθέτονται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις». Έκτοτε όμως το γερμανικό κοινοβούλιο δεν ασχολήθηκε άλλο με το συγκεκριμένο το θέμα. Ενδεχομένως η έκθεση για την ειρήνη να δώσει το έναυσμα για την έναρξη νέων συζητήσεις.
Αλεξάντερ Ντρέξελ / Αλεξάνδρα Κοσμά