Το τετραώροφο κτίριο ορθώνεται σαν φρούριο σε μια πυκνοδομημένη γειτονιά της Αθήνας. Πίσω από μια μεταλλική πύλη, με συρματόπλεγμα στην κορυφή, σταθμεύουν δεκάδες θωρακισμένα οχήματα. Κάμερες καταγράφουν κάθε κίνηση έξω από τη βαριά ατσάλινη πόρτα της εισόδου, αλλά και μέσα στους διαδρόμους. Στην υποδοχή ακούγεται η φωνή της υπαλλήλου, αλλά δεν φαίνεται το πρόσωπό της. Στο φιμέ τζάμι που μας χωρίζει, καθρεφτίζεται το είδωλό μου. Εδώ και τρεις εβδομάδες, εξαιτίας της τραπεζικής αργίας και του περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων, η ροή των συναλλαγών για μεγάλες πολυεθνικές και ελληνικές επιχειρήσεις γίνεται από χώρους σαν κι αυτόν, διαμέσου των εταιρειών παροχής υπηρεσιών ασφαλείας και χρηματαποστολών. Αυτές έχουν εξελιχθεί σε νέες τράπεζες.
«Ηταν κάτι εντελώς καινούριο, αλλά ανταποκριθήκαμε άμεσα», λέει στην «Κ» ο Γιάννης Πανάγος, διευθυντής ασφαλείας στη BRINKS, μια εκ των μεγαλύτερων εταιρειών χρηματαποστολών στη χώρα. «Με εντολή του πελάτη, φυλάμε τα χρήματα στις εγκαταστάσεις μας, ετοιμάζουμε φακέλους μισθοδοσίας και τους στέλνουμε σε γραφεία ή καταστήματα. Μεγάλες εταιρείες μάς αναθέτουν τη μισθοδοσία πανελλαδικά. Διευκολύνουν το προσωπικό τους μοιράζοντας ζωντανό χρήμα».
Λίγες ημέρες μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος, υψηλόβαθμα στελέχη πολυεθνικής εταιρείας που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα είπαν στους υπαλλήλους ότι θα πληρωθούν για τον Ιούλιο σε μετρητά. Την επομένη, μοίρασαν και σχετική γραπτή ενημέρωση. Οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν ως προκαταβολή το ένα τρίτο των μηνιαίων αποδοχών τους, ενώ η διαδικασία της μισθοδοσίας θα διαρκέσει, στο τέλος του μήνα, τρεις ημέρες. «Ολοι το σχολίασαν θετικά, ότι η εταιρεία φροντίζει τους ανθρώπους της και δεν χρειάζεται να στηθούμε στα ΑΤΜ», λέει υπάλληλος που ζήτησε να μη δημοσιοποιηθεί το όνομά της.
Φόρτος εργασίας στην κρίση
Από την Κυριακή του δημοψηφίσματος μέχρι και σήμερα, ο όγκος των μετρητών που παρέμεινε στις εγκαταστάσεις της BRINKS ξεπέρασε κατά 85% τα ποσά που φυλάσσονταν εκεί την προηγούμενη περίοδο. Εκπρόσωποι της εταιρείας δεν επιθυμούν να δηλώσουν το ακριβές χρηματικό ποσό, ωστόσο αναφέρουν ότι δέχτηκαν δεκάδες αιτήματα για διαχείριση μισθοδοσιών. Παράλληλα, χρειάστηκε να ανακαλέσουν άδειες και ρεπό υπαλλήλων τους για να ανταποκριθούν και στα αυξημένα αιτήματα φύλαξης χώρων. «Υπήρξε ανησυχία από κάποιες εταιρείες, αλλά όχι πανικός», λέει ο κ. Πανάγος.
Τη συνδρομή εταιρειών ασφαλείας ζητούν τις τελευταίες εβδομάδες και εμπορικές επιχειρήσεις. Αντί του e-banking, όσοι έχουν τη δυνατότητα πληρώνουν τους προμηθευτές τους σε μετρητά, καθώς εκείνοι προτιμούν να κρατούν τις εισπράξεις τους εκτός τράπεζας, φοβούμενοι κούρεμα καταθέσεων. «Δεν επιθυμούν να μεταφέρει κάποιος υπάλληλός τους 50.000 ευρώ ή και πιο μικρά ποσά, και ζητούν να αναλάβουμε εμείς», λέει ο Παναγιώτης Μαυρόγιαννης, διευθυντής της εταιρείας υπηρεσιών ασφαλείας SSU. Οπως αναφέρει, μέχρι στιγμής περισσότερες από δέκα εταιρείες τού έχουν ζητήσει να φυλάξει ή να διανέμει τα μετρητά τους.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που εταιρείες χρηματαποστολών δέχονται αυξημένα αιτήματα. Ο μεγαλύτερος φόρτος εργασίας τους καταγράφηκε την περίοδο 2001-2002, όταν έπρεπε να αποσύρουν τις δραχμές από τα τραπεζικά υποκαταστήματα και να τα εφοδιάσουν με ευρώ. Το 2013, υπήρξε και πάλι μεγάλη ζήτηση στη μεταφορά χρημάτων, εξαιτίας της τραπεζικής κρίσης στην Κύπρο, ενώ την τελευταία πενταετία κλήθηκαν συχνά να αντιμετωπίσουν έκτακτες καταστάσεις. «Παραμονές εκλογών ή ψήφισης μνημονίων είχαμε πάντα μεγάλες εκροές από τις τράπεζες. Ο κόσμος απέσυρε μεγάλα ποσά, και έπρεπε να ανεφοδιάσουμε γρήγορα τα υποκαταστήματα», λέει ο κ. Πανάγος. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και την εβδομάδα πριν από την εξαγγελία του δημοψηφίσματος. Οπως αναφέρει ο ίδιος, οι ανεφοδιασμοί των ΑΤΜ αυξήθηκαν τότε έως και 70% σε σχέση με τις προηγούμενες ημέρες.
Σχέδια έκτακτης ανάγκης
Εδώ και καιρό, πάντως, προτού διαφανεί ο κίνδυνος ρήξης στις διαπραγματεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους, εμπορικές εταιρείες προετοίμαζαν απόρρητα σχέδια έκτακτης ανάγκης που περιελάμβαναν και την αξιοποίηση εταιρειών χρηματαποστολών.
«Τα μετρητά πλέον είναι πολύτιμα, γι’ αυτό προέκυψε αυτή η ανάγκη», λέει στην «Κ» υπάλληλος μεγάλης εταιρείας που μίλησε με τον όρο της ανωνυμίας. Οπως αναφέρει ο ίδιος, τα αποκαλούμενα και ως «business continuity plans» («σχέδια συνέχισης παροχής υπηρεσιών») σχεδιάζονταν από τα τέλη Ιανουαρίου. Οι έκτακτες συσκέψεις ξεκινούσαν ακόμα και με τη διάδοση κάποιας φήμης περί Grexit. Αυτά τα σχέδια, που σε αρκετές περιπτώσεις ήταν γνωστά μόνο μεταξύ λίγων υψηλόβαθμων στελεχών, περιελάμβαναν διάφορα σενάρια. Ενα από αυτά προέβλεπε τη θωράκιση εμπορικών καταστημάτων με διπλά ρολά στο κέντρο της Αθήνας –όπου υπήρχε ο φόβος πρόκλησης επεισοδίων– και παράλληλα μείωση του στοκ, ώστε να περιοριστούν οι απώλειες σε περίπτωση πλιάτσικου. Αλλο σενάριο προέβλεπε τη φύλαξη μετρητών σε ευρώ, αλλά και σε δολάρια, για να καλυφθεί η μισθοδοσία υπαλλήλων για τουλάχιστον δύο μήνες σε περίπτωση κατάρρευσης των τραπεζών. Με την εξαγγελία του δημοψηφίσματος, στελέχη μεγάλης εταιρείας πραγματοποίησαν συνεχείς συναντήσεις προετοιμάζοντας λεπτομερές πλάνο. Το πλήρες σχέδιο έμεινε γνωστό μεταξύ πέντε ανθρώπων.
«Το δικό μας πλάνο περιλαμβάνει παραμέτρους για την προσωπική και οικονομική ασφάλεια των υπαλλήλων μας. Το καταρτίσαμε γιατί είμαστε προσηλωμένοι στη χώρα και δεν θέλουμε να πάρουμε τα γραφεία μας από εδώ. Επρεπε, όμως, να προετοιμαστούμε για να λειτουργούμε υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, καθημερινά, 24 ώρες το 24ωρο», λέει στην «Κ» στέλεχος πολυεθνικής που μίλησε με τον όρο της ανωνυμίας. Ολοι οι εργαζόμενοι σε αυτή την εταιρεία έχουν ήδη πληρωθεί σε μετρητά. «Δεν διατηρούμε τα χρήματα στα κτίριά μας για λόγους ασφαλείας, ούτε φυσικά διαθέτουμε θωρακισμένα οχήματα για τη μεταφορά τους.
Επομένως, καταλαβαίνετε πώς έγινε η μισθοδοσία», προσθέτει το στέλεχος της πολυεθνικής.
Το εξειδικευμένο προσωπικό των χρηματαποστολών, όμως, δεν αξιοποιείται αυτές τις ημέρες μόνο για τη μισθοδοσία. Εκπρόσωπος μεγάλης αλυσίδας ηλεκτρονικών ειδών που μίλησε στην «Κ» ανώνυμα αναφέρει ότι οι καθημερινές εισπράξεις των καταστημάτων παραλαμβάνονται και φυλάσσονται από εταιρείες ασφαλείας. Πριν από το κλείσιμο των τραπεζών, οι χρηματαποστολές εξυπηρετούσαν οκτώ καταστήματα της αλυσίδας, ενώ πλέον αυτά έχουν ξεπεράσει τα 30.
Ο αυξημένος φόρτος εργασίας των υπηρεσιών, όπως εξηγεί ο κ. Πανάγος, τους ανάγκασε να λάβουν πρόσθετα μέτρα ασφαλείας. «Αυτό δεν σημαίνει ότι αλλάξαμε σε μεγάλο βαθμό τις δικές μας διαδικασίες», επισημαίνει. Τα χρήματα, όπως και στον ανεφοδιασμό των ΑΤΜ, μεταφέρονται από εκπαιδευμένο προσωπικό μέσα σε ειδικά κουτιά. Αυτά διαθέτουν συστήματα εντοπισμού θέσης και μηχανισμούς αδρανοποίησης σε περίπτωση κλοπής, που είτε βάφουν είτε καταστρέφουν τα χαρτονομίσματα. «Είμαστε προετοιμασμένοι», λέει ο κ. Πανάγος. «Είναι στη φύση της δουλειάς μας».