Η πρόσφατη επίθεση στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών και η συντριβή ρωσικού αεροσκάφους στην Αίγυπτο πριν από μερικούς μήνες -πιθανότατα λόγω ενεργοποίησης εκρηκτικού μηχανισμού– επανέφεραν κρίσιμα ερωτήματα για τη θωράκιση της ασφάλειας των αερομεταφορών έναντι της τρομοκρατικής απειλής. Είναι επαρκές και αποτελεσματικό το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο; Ή μήπως χρειαζόμαστε νέα μέτρα ασφάλειας; Τι πρέπει να γίνει, ώστε να αυξηθεί συνολικά το επίπεδο ευρωπαϊκής ασφάλειας;
Σε ό,τι αφορά το πρώτο ερώτημα, η απάντηση είναι ξεκάθαρη: δεν χρειάζονται νέοι κανόνες ασφαλείας, το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο είναι αρκετό. Το πρόβλημα εντοπίζεται στην πλήρη υλοποίηση των υφισταμένων κανόνων σε διάφορες χώρες. Βασικό ρόλο στις εκάστοτε ανάγκες για αυξημένα μέτρα παίζει η αξιολόγηση επικινδυνότητας (το λεγόμενο risk assessment), η οποία διαφέρει κατά πολύ ανά χώρα και περίοδο. Η αξιολόγηση αυτή αποτελεί ευθύνη των δημοσίων αρχών της κάθε χώρας.
Ευκταία, βεβαίως, είναι η βελτίωση διεθνώς της αποτελεσματικότητας των αεροδρομιακών ελέγχων σε αμιγώς επιχειρησιακό επίπεδο και η εξυπηρέτηση των επιβατών. Εδώ χρειάζεται να ενταθούν οι επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και τεχνικές που ήδη χρησιμοποιούνται σε αρκετά αεροδρόμια, όπως η έξυπνη ασφάλεια (smart security), η παρατήρηση πλήθους (crowd observation), οι συνεντεύξεις επιβατών από εξειδικευμένους υπαλλήλους ασφαλείας, οι βιοανιχνευτές (π.χ. σκυλιά) κ.λπ. Επιπλέον, η συνεχής επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό (π.χ. εκπαίδευση, αξιολόγηση, βελτίωση των συνθηκών εργασίας κτλ.) κρίνεται απολύτως αναγκαία.
Αναφορικά με το δεύτερο ερώτημα, αυτό δηλαδή της ενίσχυσης της ασφάλειας με οριζόντια μέτρα στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως, θεωρώ σωστή τη στρατηγική της Ε.Ε., η οποία ανακοινώθηκε αμέσως μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα στις Βρυξέλλες. Με αυτήν επιχειρείται η εναρμόνιση και ο συντονισμός των πολιτικών αντιμετώπισης της τρομοκρατίας και της εξάλειψης των αιτιών που την τροφοδοτούν. Ενα από τα πεδία παρέμβασης είναι η δικτύωση μεταξύ των οργανισμών με αρμοδιότητα τη δημόσια ασφάλεια και την ασφάλεια μεταφορών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και την εκτίμηση του επίπεδου επικινδυνότητας του κάθε κράτους-μέλους.
Η ενίσχυση με περισσότερους πόρους του Διεθνούς Ταμείου Ασφάλειας (Internal Security Fund), ενός από τα εργαλεία που έχει δημιουργήσει η Ε.Ε. για τη διαχείριση απειλών ασφαλείας όπως η τρομοκρατία και η ριζοσπαστικοποίηση της βίας (violent radicalization) θα είναι υποστηρικτική των ενεργειών των κρατών-μελών της Ε.Ε. Το Ταμείο απευθύνεται μεταξύ άλλων σε κρατικές αρχές, μη κυβερνητικές οργανώσεις και επιχειρήσεις χρηματοδοτώντας την εγκατάσταση πληροφορικών συστημάτων, την απόκτηση επιχειρησιακού εξοπλισμού, την εκπαίδευση προσωπικού και τον διοικητικό συντονισμό. Μεγαλύτερη επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό και χρηματοδότηση μπορεί να προβλεφθεί και στην περίπτωση του RAN (Radicalization Awareness Network), το οποίο διασυνδέει περισσότερους από 2.000 ειδικούς ανά την Ευρώπη μέσω της ανταλλαγής τεχνογνωσίας και βέλτιστων πρακτικών για την πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης και του βίαιου εξτρεμισμού.
Συνοπτικά, η πλήρης εφαρμογή του υφισταμένου διεθνούς ρυθμιστικού πλαισίου, η συνεχής βελτίωση των διαδικασιών, η επένδυση στο έμψυχο δυναμικό και στις νέες τεχνολογίες, καθώς και η ενίσχυση της διακρατικής συνεργασίας είναι τα ζητούμενα και στην περίπτωση της ασφάλειας αερομεταφορών, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα νέα δεδομένα που θέτει η έξαρση της τρομοκρατικής απειλής. Εφόσον 100% ασφάλεια δεν υπάρχει, το σημαντικό εργαλείο που έχουμε στα χέρια μας είναι η πρόληψη!
* Ο κ. Παναγιώτης Καμπούρογλου είναι διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας συμβούλων ασφαλείας ICTS Hellas και εκτελεστικός διευθυντής Νοτιοανατολικής Ευρώπης της ICTS Europe.