Στη ρύθμιση του εύρους ευαισθησίας των μηχανημάτων, από όπου περνούν όλα τα ταχυδρομικά αντικείμενα, εντοπίζεται, σύμφωνα με τις έως τώρα εκτιμήσεις, το κενό ασφαλείας που «επέτρεψε» στο δέμα με τον εκρηκτικό μηχανισμό να φθάσει στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Τα ΕΛΤΑ, μέσω των οποίων διακινήθηκε το δέμα, αφήνουν σαφείς αιχμές κατά της εταιρείας η οποία διαχειρίζεται τον εξοπλισμό ασφαλείας του κέντρου διαλογής των ΕΛΤΑ στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος».
Με δεδομένο ότι δεν πρόκειται για το πρώτο περιστατικό αποστολής, μέσω των ΕΛΤΑ, ταχυδρομικού αντικειμένου με εκρηκτική ύλη, εγείρεται εκ νέου το ζήτημα της τήρησης του συνόλου των διαδικασιών ασφαλείας. Το συγκεκριμένο δέμα φαίνεται, σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, ότι «έφυγε» από την Αττική και, όπως ισχύει για την πλειονότητα των αντικειμένων με προορισμό το εξωτερικό, συγκεντρώθηκε στο Κέντρο Διαλογής των ΕΛΤΑ στο Κρυονέρι, όπου ταξινομούνται τα δέματα και οι επιστολές ανάλογα με τον προορισμό τους. Στη συνέχεια, το δέμα κατευθύνθηκε προς το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος».
Στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών τα ΕΛΤΑ διατηρούν εγκαταστάσεις όπου συγκεντρώνεται το σύνολο της αλληλογραφίας η οποία θα διακινηθεί στο εξωτερικό και διενεργούνται οι απαιτούμενοι έλεγχοι. Τους ελέγχους πραγματοποιεί εξειδικευμένη ιδιωτική εταιρεία (η Mega Sprint Guard Security) για λογαριασμό των ΕΛΤΑ. Η εξειδικευμένη εταιρεία είναι πιστοποιημένη, σύμφωνα με ευρωπαϊκές προδιαγραφές, και την πιστοποίησή της αναλαμβάνει η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας. Το εν λόγω δέμα, όπως και όλα τα δέματα που φθάνουν στο «Ελ. Βενιζέλος», πέρασε μέσα από ακτινοσκοπική συσκευή (X-ray) ελέγχου αεροπορικού φορτίου, καθώς και από συσκευή ανίχνευσης ιχνών εκρηκτικών (Explosives Trays Detector).
Ολο το ηλεκτρονικό σύστημα και ο εξοπλισμός ελέγχου των ΕΛΤΑ είναι γερμανικής κατασκευής και ανανεώθηκε στις 17 Ιανουαρίου του 2017. Οι έως τώρα εκτιμήσεις θέλουν το «ένοχο» δέμα να πέρασε κανονικά από όλα τα μηχανήματα, ωστόσο, σύμφωνα με πηγές των ΕΛΤΑ, εικάζεται ότι κάποιο από αυτά δεν λειτουργούσε στο πλήρες εύρος των δυνατοτήτων του. Πρακτικά, τα μηχανήματα ανίχνευσης έχουν ένα εύρος ευαισθησίας το οποίο μπορεί να ρυθμιστεί χειροκίνητα. Εκτιμάται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο εξοπλισμός είχε ρυθμιστεί στον χαμηλότερο βαθμό ευαισθησίας, ώστε να μη «χτυπάει» σε κάθε ταχυδρομικό αντικείμενο που διέρχεται από το μηχάνημα. Ετσι περιορίζεται ο χρόνος της διαδικασίας ελέγχου και ο όγκος δουλειάς των υπαλλήλων της εταιρείας, αφήνουν να εννοηθεί από τα ΕΛΤΑ.