Χρειάστηκαν σχεδόν δύο δεκαετίες, αλλά το 2014 ήταν το σημείο καμπής. Το βίντεο IP συγκέντρωσε περισσότερο από τα μισά έσοδα στην αγορά βιντεοεπιτήρησης. Λαμβάνοντας υπόψη τα προφανή πλεονεκτήματα του βίντεο IP, σε σχέση με την παλαιότερη αναλογική τεχνολογία, πολλοί ειδήμονες της βιομηχανίας αναρωτιούνται γιατί πήρε τόσο καιρό για να επιτευχθεί αυτή η σημαντική συγκυρία και πόσο θα πρέπει να περιμένουμε τη μετατροπή του άλλου μισού της αγοράς.
Για να κάνουμε προβλέψεις, θα πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε ότι διαφορετικά τμήματα της αγοράς ακολουθούν το δικό τους χρονοδιάγραμμα για να αγκαλιάσουν το βίντεο IP. Το μέγεθος του συστήματος φαίνεται να είναι μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους.
Οι μεγάλοι επιχειρηματικοί χρήστες – με 100 ή περισσότερες κάμερες – ήταν οι πρώτοι που υιοθέτησαν τις IP κάμερες. Οι χρήστες συστημάτων μεσαίου μεγέθους – με 10 έως 100 κάμερες – ακολούθησαν κάπως αργότερα. Η υιοθέτηση σε εγκαταστάσεις μικρών χρηστών – με 1 έως 10 κάμερες – καθυστερεί σημαντικά, αφού εδώ οι DVR-based λύσεις δείχνουν πιο σταθερά εδραιωμένες.
Οι επιχειρήσεις με μεγάλες εγκαταστάσεις ήταν οι πρώτες που κατανόησαν τα πιθανά οφέλη του βίντεο IP: βελτιωμένη υψηλή ποιότητα εικόνας, προηγμένα πρότυπα συμπίεσης για πιο αποτελεσματική αποθήκευση και βελτιωμένη κατανάλωση εύρους ζώνης, ταχύτεροι ρυθμοί καρέ για ομαλότερη ροή, έξυπνη ανάλυση των πληροφοριών, αυξημένη χρηστικότητα με αναλογία εικόνας 16: 9, κ.α.
Η τεχνολογία έκανε γρήγορα βήματα σε επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας, επειδή χρειάζονται την επεκτασιμότητα που τα αναλογικά συστήματα δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν. Τα περισσότερα από αυτά τα περιβάλλοντα έχουν ήδη δυνατότητες μετάδοσης δεδομένων, καθιστώντας το βίντεο IP μια φυσική επέκταση στο δίκτυο, όπως και οποιαδήποτε άλλη συσκευή δικτύου.
Σε αντίθεση με τις DVR-based αναλογικές λύσεις, το βίντεο IP βασίζεται σε πλατφόρμες με ανοικτά πρότυπα, κάτι που επιτρέπει στους χρήστες των επιχειρήσεων να ενσωματώσουν τα καλύτερα συστατικά από πολλαπλούς προμηθευτές, για να επιτύχουν τους στόχους τους για την εποπτεία με τον επιθυμητό προϋπολογισμό.
Επειδή τα περισσότερα μέρη του συστήματος ακολουθούν ανοιχτά πρότυπα, μπορούν να αντικατασταθούν ή να ενημερωθούν – αν χρειαστεί – εύκολα. Αυτό εξασφαλίζει τη δυνατότητα προσθήκης λειτουργικότητας και ενίσχυσης της απόδοσης σε όλη τη διάρκεια ζωής του συστήματος εποπτείας, κάτι που αυξάνει την αξία της αρχικής τους επένδυσης.
Ενώ η επεκτασιμότητα, οι βελτιωμένες λειτουργίες και καλύτερη ποιότητα εικόνας, ήταν οι κινητήριες δυνάμεις για τα συστήματα IP μεγάλης κλίμακας, άλλοι παράγοντες επηρεάζουν την απόφαση των μικρότερων εγκαταστάσεων να υιοθετήσουν το βίντεο IP ή να παραμένουν πιστοί στο αναλογικό.
Η μακροχρόνια προκατάληψη πολλών εγκαταστατών στην πιο οικεία τεχνολογία DVR φθίνει τα τελευταία χρόνια, ειδικά με την εισαγωγή καινοτομιών για την απλοποίηση της εγκατάστασης και της λειτουργίας των συστημάτων βίντεο δικτύου. Η πτώση του κόστους της τεχνολογίας έχει κάνει το βίντεο IP πιο προσιτό για μικρότερες εγκαταστάσεις.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών των καινοτομιών, είναι ότι οι χρήστες μεσαίου και μικρού μεγέθους συστημάτων έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι μπορούν να απολαύσουν τα ίδια οφέλη της επεκτασιμότητας και της υψηλής ποιότητας βίντεο στις επιχειρήσεις τους. Αυτές οι λύσεις μπορούν πλέον να αποκτηθούν σε τιμή που είναι εντός του προϋπολογισμού τους.
Καθώς η τεχνολογία συνεχίζει να εξελίσσεται, οι καινοτομίες και οι αυξανόμενες ευκολίες στην εγκατάσταση και τη λειτουργικότητα καθιστούν το βίντεο IP πιο ελκυστικό για ευρύτερο φάσμα μικρού και μεσαίου μεγέθους εγκαταστάσειων. Πρόκειται για ένα πεδίο όπου έμποροι και εγκαταστάτες πρέπει να κατανοήσουν και να αξιοποιήσουν.